ΤΩΡΑ ΘΑ ΔΕΙΣ
-10 %
ΤΩΡΑ ΘΑ ΔΕΙΣ
5,49€
6,10€
Χωρίς ΦΠΑ: 5,18€
- ΑΠΟΘΕΜΑ: ΑΜΕΣΑ ΔΙΑΘΕΣΙΜΟ
- Μοντέλο: 9789600312614
- SKU: 9789600312614
- ISBN: 9789600312614
«Με λένε Δημήτρη. Αυτό όμως το έμαθα αργότερα, μετά τα 12 μου, όταν ήρθα στην Αθήνα. Μικρός είχα προβλήματα. Ο πατέρας μου με φώναζε Μήτσο, ο θείος ο Ντίνος Δήμο, ο αδερφός μου ο Γιώργης Μήτρο, τ άλλα μου αδέρφια και οι συμμαθητές μου Δημητριέ ή Δημητριό και σπανιότερα κάποιοι Μίμη ή Δημητράκη, η μητέρα Δημητρίξινο -και θα εξηγήσω πιο κάτω γιατί.
-"Πώς σε λένε, παιδάκι μου (ή ρε);" με ρωτούσαν, κι εγώ δεν ήξερα ποιο απ όλα να πω.
-"Με λένε Δημητριό" έλεγα το πιο συχνό κι αγανακτούσα που δεν είχα ένα πιο βολικό όνομα, όπως τ άλλα μου τ αδέρφια: Παρασκευή, Βασίλης, Γιώργης, Κυριάκος, Νίκος, Ευγενία, Τάκης, Αλέκος -οχτώ, αν τα μετρήσατε, κι ένα εγώ εννέα κι ένα που πέθανε μικρό δέκα.
Μόνο η μητέρα μας παραμόρφωνε τα ονόματα προσθέτοντας ένα -ξινο στο τέλος. Έτσι εγώ ήμουν ο Δημητρίξινος, ο Τάκης ο Τάξινος, ο Αλέκος Αλέξινος -για να σταθώ σ εμάς τα τρία τελευταία, γιατί κατά τριάδες μεγαλώναμε, άντε και στην Ευγενία ή Ευγενίξινο, λίγο μεγαλύτερή μας, που η μητέρα την άφηνε να μας προσέχει όταν έφευγε, κι όποιος τα χε καλά μαζί της μπορούσε να κάνει καλά και τ άλλα».
Αρχές του 50, σ ένα μικρό χωριό, που θα μπορούσε να είναι ένα οποιοδήποτε ελληνικό χωριό. Ο Εμφύλιος έχει τελειώσει, αλλά η βία εξακολουθεί να κυριαρχεί σε μια κοινωνία όπου η ράβδος θεωρείται το αποτελεσματικότερο μέσο επιβολής των ισχυρών στους αδύναμους -μεγάλους και μικρούς. Μια σειρά από εικόνες της σκληρής εκείνης εποχής μέσα από τα μάτια ενός δωδεκάχρονου παιδιού -απ όπου δε λείπει η τρυφερότητα και το χιούμορ. Σε νέα ξαναδουλεμένη έκδοση, ενισχυμένη με την εικονογράφηση του Δήμου Σκουλάκη.
-"Πώς σε λένε, παιδάκι μου (ή ρε);" με ρωτούσαν, κι εγώ δεν ήξερα ποιο απ όλα να πω.
-"Με λένε Δημητριό" έλεγα το πιο συχνό κι αγανακτούσα που δεν είχα ένα πιο βολικό όνομα, όπως τ άλλα μου τ αδέρφια: Παρασκευή, Βασίλης, Γιώργης, Κυριάκος, Νίκος, Ευγενία, Τάκης, Αλέκος -οχτώ, αν τα μετρήσατε, κι ένα εγώ εννέα κι ένα που πέθανε μικρό δέκα.
Μόνο η μητέρα μας παραμόρφωνε τα ονόματα προσθέτοντας ένα -ξινο στο τέλος. Έτσι εγώ ήμουν ο Δημητρίξινος, ο Τάκης ο Τάξινος, ο Αλέκος Αλέξινος -για να σταθώ σ εμάς τα τρία τελευταία, γιατί κατά τριάδες μεγαλώναμε, άντε και στην Ευγενία ή Ευγενίξινο, λίγο μεγαλύτερή μας, που η μητέρα την άφηνε να μας προσέχει όταν έφευγε, κι όποιος τα χε καλά μαζί της μπορούσε να κάνει καλά και τ άλλα».
Αρχές του 50, σ ένα μικρό χωριό, που θα μπορούσε να είναι ένα οποιοδήποτε ελληνικό χωριό. Ο Εμφύλιος έχει τελειώσει, αλλά η βία εξακολουθεί να κυριαρχεί σε μια κοινωνία όπου η ράβδος θεωρείται το αποτελεσματικότερο μέσο επιβολής των ισχυρών στους αδύναμους -μεγάλους και μικρούς. Μια σειρά από εικόνες της σκληρής εκείνης εποχής μέσα από τα μάτια ενός δωδεκάχρονου παιδιού -απ όπου δε λείπει η τρυφερότητα και το χιούμορ. Σε νέα ξαναδουλεμένη έκδοση, ενισχυμένη με την εικονογράφηση του Δήμου Σκουλάκη.